.

Σε αυτή τη σελίδα

Θεραπεία

Χειρουργική θεραπεία

Βιοψία λεμφαδένα φρουρού

Στοχευμένη θεραπεία και ανοσοθεραπεία

Ακτινοθεραπεία

Θεραπευτική προσέγγιση ανά στάδιο

Μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας

ΘΕΡΑΠΕΙΑ

Η θεραπευτική αντιμετώπιση του μελανώματος αντιπροσωπεύει την πιο θεαματική θετική εξέλιξη στη θεραπεία του καρκίνου τα τελευταία χρόνια.

Η πρόωρη διάγνωση και η έγκαιρη χειρουργική αφαίρεση του μελανώματος συνδέονται με άριστη πρόγνωση.

Αντίθετα, σε προχωρημένα στάδια, το μελάνωμα μπορεί να επεκταθεί σε άλλα όργανα και να κάνει μεταστάσεις, δυσχεραίνοντας σημαντικά την δυνατότητα μίας επιτυχούς θεραπευτικής παρέμβασης.

Η χειρουργική επέμβαση αποτελεί την βασική θεραπεία για τη συντριπτική πλειοψηφία των ασθενών. Αυτή είναι επίσης η μόνη θεραπεία για ασθενείς με στάδιο 0, στάδιο Ι και στάδιο IIΑ. Άλλες θεραπευτικές επιλογές περιλαμβάνουν τη στοχευμένη θεραπεία, την  ανοσοθεραπεία και την ακτινοθεραπεία, είτε μόνες τους είτε σε συνδυασμό.

Μετά την εισαγωγή της στοχευμένης θεραπείας και της  ανοσοθεραπείας, η κλασσική χημειοθεραπεία δεν έχει πλέον καμία θέση στην αντιμετώπιση του μελανώματος ως συστηματική θεραπεία.

Η επιλογή της θεραπείας θα εξαρτηθεί από το στάδιο του καρκίνου, τα χαρακτηριστικά του όγκου και τη γενική κατάσταση της υγείας του ασθενούς.

Οι θεραπείες που αναφέρονται παρακάτω έχουν οφέλη, κινδύνους. παρενέργειες και αντενδείξεις. Συμβουλεύουμε τους ασθενείς να ζητούν από τους ογκολόγους τους όλες τις πληροφορίες σχετικά με τα αναμενόμενα οφέλη και τους κινδύνους της κάθε θεραπείας, προκειμένου να είναι ενημερωμένοι για τις συνέπειες.

Η επιλογή της θεραπείας θα πρέπει να εξετάζεται σύμφωνα με την ισορροπία μεταξύ οφέλους και κινδύνων.

Χειρουργική θεραπεία

Η χειρουργική αφαίρεση συνεχίζει να αποτελεί τη θεραπεία εκλογής του μελανώματος παρά την σημαντική εξέλιξη της φαρμακευτικής αγωγής, με φάρμακα στοχευμένης θεραπείας και ανοσοθεραπείας.

Η επέμβαση μπορεί να γίνει υπό τοπική αναισθησία ή υπό γενική αναισθησία, ανάλογα με τη θέση και την έκταση του μελανώματος, την κατάσταση των λεμφαδένων και την απόφαση του αναισθησιολόγου και του χειρουργού. 

Είναι ιδιαιτέρως σημαντικό, ο όγκος να αφαιρείται σε υγιή όρια γύρω και κάτω από αυτόν (δηλαδή γύρω από τον όγκο πρέπει να αφαιρεθεί και υγιής ιστός ώστε να μην υπάρχουν  καρκινικά κύτταρα τόσο στο σημείο της χειρουργικής τομής όσο και σε μια συγκεκριμένη απόσταση από αυτή).

Ο όγκος αφαιρείται

• σε όρια 1 εκατοστού υγιούς ιστού γύρω και κάτω από τον όγκο, όταν ο όγκος έχει πάχος 2mm (χιλιοστών) ή λιγότερο,

• σε όρια 2 εκατοστών υγιούς ιστού γύρω και κάτω από τον όγκο, όταν ο όγκος έχει πάχος περισσότερο από 2 mm.

Τα όρια εκτομής μπορούν να είναι μικρότερα όταν το μελάνωμα βρίσκεται στο πρόσωπο (για αισθητικούς λόγους) ή σε άλλα μέρη όπως η παλάμη, το πέλμα του ποδιού ή κάτω από τα νύχια, για λόγους που σχετίζονται με την επούλωση των πληγών.

Όταν η κλινική εξέταση και ο απεικονιστικός έλεγχος δεν αναδεικνύουν επέκταση του καρκίνου στους λεμφαδένες, μπορεί να πραγματοποιηθεί μία

διαδικασία που ονομάζεται βιοψία του λεμφαδένα φρουρού (περιγράφεται παρακάτω) κατά τη διάρκεια της χειρουργικής εξαίρεσης.

Όταν είναι σαφές ότι ο καρκίνος έχει επεκταθεί στους λεμφαδένες (είτε από την κλινική εξέταση είτε από τις απεικονιστικές εξετάσεις), πραγματοποιείται εξαίρεση όλων των λεμφαδένων της περιοχής προς τους οποί-ους παροχετεύουν τα λεμφαγγεία γύρω από τον όγκο την ίδια χρονική στιγμή.

Ο λεμφαδένας φρουρός ή το σύνολο των λεμφαδένων που αφαιρούνται αποστέλλονται μαζί με την πρωτοπαθή εστία για ιστολογική εξέταση (βλέπε «Πληροφορίες που μας δίνει η βιοψία»).

Βιοψία λεμφαδένα φρουρού

Αφαίρεση και εξέταση του λεμφαδένα φρουρού (δηλαδή του πρώτου λεμφαδένα που πιθανώς εξαπλώνονται τα καρκινικά κύτταρα από τον αρχικό όγκο.

Για να εντοπισθεί ο λεμφαδένας φρουρός, ο χειρουργός εγχύει μια ραδιενεργό ουσία ή μία μπλε χρωστική ή και τα δύο κοντά στον όγκο. Ο χειρουργός τότε χρησιμοποιεί έναν ανιχνευτή για να βρει το λεμφαδένα φρουρό που περιέχει τη ραδιενεργό ουσία ή αναζητά τους λεμφαδένες που βάφονται με χρωστική. Στη συνέχεια, αφαιρεί τον λεμφαδένα φρουρό με σκοπό τον έλεγχο για τη παρουσία καρκινικών κυττάρων.

Είναι μία διαδικασία που πραγματοποιείται σε όλους τους ασθενείς με μελανώματα σταδίου Ι και ΙΙ, εκτός από τους ασθενείς των οποίων ο όγκος είναι 0.75 mm ή μικρότερος σε πάχος.

Η βιοψία του λεμφαδένα φρουρού βοηθάει τους γιατρούς να είναι πιο ακριβείς στον προσδιορισμό του σταδίου του καρκίνου, αλλά δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι έχει οποιοδήποτε θεραπευτικό ρόλο.

Στοχευμένη θεραπεία και ανοσοθεραπεία

Όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως, με την εισαγωγή της στοχευμένης θεραπείας και της  ανοσοθεραπείας, η κλασσική χημειοθεραπεία δεν έχει πλέον καμία θέση στην αντιμετώπιση του μελανώματος ως συστηματική θεραπεία.

Η επιλογή της θεραπείας θα εξαρτηθεί από το στάδιο του καρκίνου, την έκταση των μεταστατικών εστιών, τα χαρακτηριστικά του όγκου και τη γενική κατάσταση της υγείας του ασθενούς.

Στοχευμένη Θεραπεία

Σήμερα, η στοχευμένη θεραπεία χρησιμοποιείται μόνο στην αντιμετώπιση του μεταστατικού μελανώματος, δηλαδή του μελανώματος σταδίου 4. Αυτό αναμένεται τα επόμενα χρόνια να αλλάξει και οι συγκεκριμένες θεραπείες να χορηγηθούν και σε χαμηλότερα στάδια και κυρίως σε σταδίου 3 μελάνωμα.

Η στοχευμένη-εξατομικευμένη θεραπεία έχει σκοπό την επιλογή της ιδανικής θεραπείας του κάθε ασθενούς με βάση τα χαρακτηριστικά του όγκου ή/και της γενετικής του, επιδρώντας σε εξειδικευμένα μόρια των καρκινικών κυττάρων αναστέλλοντας την αύξηση και επέκταση του καρκίνου.

Είναι κατά κάποιο τρόπο «έξυπνα φάρμακα» γιατί στοχεύουν στα καρκινικά κύτταρα αφήνοντας ανεπηρέαστα τα φυσιολογικά κύτταρα του οργανισμού. Έτσι  η θεραπεία γίνεται από τη μία περισσότερο “στοχευμένη” και από την άλλη λιγότερο τοξική.

Το βασικό πλεονέκτημα των θεραπειών αυτών είναι διπλό. Αφενός προσφέρουν σημαντικό όφελος στους ασθενείς για την επιβίωσή τους αφετέρου είναι σε γενικές γραμμές καλύτερα ανεκτά και προσφέρουν καλύτερη ποιότητα ζωής.

Η στοχευμένη θεραπεία κατά του μελανώματος χρησιμοποιείται τα τελευταία χρόνια με εκπληκτικά αποτελέσματα ενώ ανακαλύπτονται συνεχώς νέα φάρμακα με τη βοήθεια των οποίων έχουμε πλέον τη δυνατότητα να μετατρέψουμε το μεταστατικό μελάνωμα σε χρόνιο νόσημα με εξαιρετική ποιότητα ζωής, σε ένα μεγάλο ποσοστό ασθενών.

Έως την εισαγωγή της στοχευμένης θεραπείας, το μεταστατικό μελάνωμα θεωρούνταν ένα από τα ποιο θανατηφόρα κακοήθη νοσήματα με επιβίωση μικρότερη των 6 μηνών και με ελάχιστη ανταπόκριση στα φάρμακα της κλασσικής χημειοθεραπείας.

Όταν η μοριακή ανάλυση του όγκου, που πραγματοποιείται σε κάθε βιοψία μεταστατικού μελανώματος, δείξει ότι τα καρκινικά κύτταρα παρουσιάζουν τη μετάλλαξη του BRAF γονιδίου, τότε η βεμουραφενίμπη ή η νταμπραφενίμπη , αναστολείς του BRAF, αποτελούν την πρώτης επιλογής θεραπεία για τους ασθενείς με μεταστάσεις.

Το γονίδιο BRAF κωδικοποιεί μια πρωτεΐνη που, υπό αυστηρό έλεγχο, ενεργοποιεί σημαντικές κυτταρικές λειτουργίες όπως ο κυτταρικός πολλαπλασιασμός και η επιβίωση των κυττάρων. Στους καρκίνους με μεταλλαγμένο BRAF γονίδιο, χάνεται ο φυσιολογικός έλεγχος με αποτέλεσμα τον ανεξέλεγκτο πολλαπλασιασμό των καρκινικών κυττάρων.

Επιπλέον, ο συνδυασμός θεραπείας των BRAF αναστολέων με έναν ΜΕΚ αναστολέα όπως η κομπιμετινίμπη ή η τραμετινίμπη, καθυστερεί την ανάπτυξη αντίστασης από τα καρκινικά κύτταρα στη θεραπεία και προσφέρει σημαντική βελτίωση στο χρόνο επιβίωσης των ασθενών με μελάνωμα που φέρουν την BRAF μετάλλαξη.

Η βεμουραφενίμπη και η νταμπραφενίμπη έχουν υψηλές πιθανότητες για γρήγορη ανταπόκριση (μείωση έως και εξαφάνιση των μεταστατικών εστιών), και σημαντική βελτίωσης της ποιότητας ζωής. 

Η βεμουραφενίμπη ή η νταμπραφενίμπη μπορούν να χορηγηθούν πριν ή μετά τη χορήγηση ανοσοθεραπείας (περιγράφεται μετέπειτα στο κείμενο).

Τα δύο βασικά σχήματα στοχευμένης θεραπείας που χορηγούνται σήμερα στο μεταστατικό μελάνωμα είναι:

Βεμουραφενίμπη (Zelboraf) μόνη της ή σε συνδυασμό με Κομπιμετινίμπη (Cotellic) ή

Νταμπραφενίμπη (Tafinlar) μόνη της ή σε συνδυασμό με Τραμετινίμπη (Mekinist)

Σε κάθε φάρμακο ξεχωριστά αναφέρονται οι ενδείξεις, οι παρενέργειες και συμβουλές αντιμετώπισή τους. 

Ανοσοθεραπεία 

Η ανοσοθεραπεία αποτελεί μια νέα κατηγορία θεραπείας κατά του καρκίνου που δρα αξιοποιώντας και ενισχύοντας τη φυσιολογική ικανότητα του ανοσοποιητικού μας συστήματος στην καταπολέμηση του καρκίνου ενώ φαίνεται να είναι η πιο ελπιδοφόρα νέα προσέγγιση για τη θεραπεία της νόσου.

Στη θεραπεία του μελανώματος η ανοσοθεραπεία έχει δείξει θεαματικά αποτελέσματα συνεισφέροντας μαζί με την στοχευμένη θεραπεία στη σημαντική επιμήκυνση της επιβίωσης των ασθενών με μεταστατικό μελάνωμα παράλληλα με τη βελτίωση και τη διατήρηση της ποιότητας ζωής.

Μέχρι τα μέσα του 2016, η ανοσοθεραπεία χρησιμοποιήθηκε μόνο στην αντιμετώπιση του μεταστατικού μελανώματος, δηλαδή του μελανώματος σταδίου 4. Σύμφωνα με τα τελευταία αποτελέσματα μιας μεγάλης μελέτης, φαίνεται πως η ανοσοθεραπεία, και πιο συγκεκριμένα η θεραπεία με ιπιλιμουμάμπη (Yervoy) προσφέρει σημαντικά τόσο στη μείωση των ποσοστών επανεμφάνισης της νόσου όσο και στην επιβίωση των ασθενών μετά από χειρουργική αφαίρεση του μελανώματος σε ασθενείς με σταδίου 3 μελάνωμα.

Ο τρόπος λειτουργίας της ανοσοθεραπείας αναλύεται στο τμήμα «Ανοσοθεραπεία»

Τα τρία βασικά φάρμακα ανοσοθεραπείας που χορηγούνται σήμερα στο μεταστατικό μελάνωμα είναι:

Pembrolizumab (keytruda)

Nivolumab (Opdivo) μόνο του ή σε συνδυασμό με Ipilimumab (Yervoy)

Ipilimumab (Yervoy)

Σε κάθε φάρμακο ξεχωριστά αναφέρονται οι ενδείξεις, οι παρενέργειες και συμβουλές αντιμετώπισή τους.

Ακτινοθεραπεία

Στο  μελάνωμα  η  ακτινοθεραπεία  μπορεί να έχει  σημαντικό ρόλο ως μετεγχειρητική  ακτινοθεραπεία  της  πρωτοπαθούς  και  των  περιοχικών  λεμφαδένων  αλλά  και  ως  ριζική  ακτινοθεραπεία  της  υποτροπής  ή  ανακουφιστική  ακτινοθεραπεία  των μεταστάσεων. Είναι ευρέως γνωστό  ότι  τα  κύτταρα  του  μελανώματος  είναι  ακτινοάντοχα λόγω της μεγάλης  ικανότητας  τους  να  επιδιορθώνουν  τις  βλάβες  που  υφίστανται  από την ακτινοβολία, όπως έχουν δείξει  έρευνες.  Ωστόσο  κλινικές  μελέτες  απέδειξαν  ότι  με  τη  χρήση  ευρύτερων  κλασμάτων  (>4Gy  ανά  θεραπεία) μπορούν  να  επιτευχθούν  υψηλά ποσοστά ανταπόκρισης και στην πρωτοπαθή  εστία και στις όποιες μεταστάσεις.

Οι  ενδείξεις  μετεγχειρητικής  ακτινοθεραπείας στο μελάνωμα είναι :

•             >3 διηθημένοι λεμφαδένες,

•             λεμφαδένας >3 εκ,

•             εξωκαψική νόσος (τα καρκινικά κύτταρα έχουν διασπάσει το εξωτερικό περίβλημα του λεμφαδένα),

•             ψηλαφητοί λεμφαδένες,

•             θετικά ή κοντινά όρια,

•             υποτροπή με περινευριδιακή διήθηση,

•             πολλαπλές υποτροπές.

Η ακτινοθεραπεία μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για να ανακουφίσει από τα συμπτώματα και τον πόνο που προκαλούν οι εγκεφαλικές και οστικές μεταστάσεις.

Θεραπευτική προσέγγιση ανά στάδιο

Αφού ολοκληρωθεί η σταδιοποίηση του μελανώματος, δηλαδή όλες οι εξετάσεις όπως προαναφέρθηκαν, η χειρουργική εξαίρεση της πρωτοπαθούς εστίας και η αξιολόγηση και αφαίρεση, όπου χρειάζεται, του λεμφαδένα φρουρού ή όλων των προσβεβλημένων λεμφαδένων, ο ογκολόγος σας θα αποφασίσει τη βέλτιστη αγωγή βασιζόμενος στο στάδιο του μελανώματος.

Η θεραπεία μπορεί να σταματήσει με τη χειρουργική εξαίρεση για τα αρχικού σταδίου μελανώματα ή να χρειαστεί επιπλέον αγωγή με στοχευμένη θεραπεία, ανοσοθεραπεία, ακτινοθεραπεία ή ένα συνδυασμό αυτών για τα προχωρημένου σταδίου μελανώματα.

Οι λεπτομέρειες για τον τρόπο αφαίρεσης της πρωτοπαθούς δερματικής βλάβης και την αξιολόγηση των λεμφαδένων αναφέρονται στη «Χειρουργική θεραπεία»

Θεραπευτική προσέγγιση για μελάνωμα σταδίου I και IIA 

Τα μελανώματα σταδίου Ι και ΙΙ δεν έχουν εξαπλωθεί σε λεμφαδένες.

Η πιο αποτελεσματική θεραπεία συνίσταται σε μία πλήρη χειρουργική εξαίρεση του μελανώματος.

Η επικουρική θεραπεία είναι η θεραπεία η οποία χορηγείται επιπλέον του χειρουργείου. Δεν απαιτείται συνήθως επικουρική θεραπεία για τα στάδια Ι και ΙΙΑ.

Θεραπευτική προσέγγιση για μελάνωμα σταδίου IIB, IIC και III

Για τους ασθενείς με μελάνωμα σταδίου IIB, IIC και III για τα οποία η χειρουργική εξαίρεση του όγκου και των λεμφαδένων είναι πλήρης (όπως αναφέρεται στη «Χειρουργική θεραπεία») η μόνη, προς το παρόν, επιλογή επικουρικής θεραπείας είναι η ιντερφερόνη-άλφα.

Η ιντερφερόνη-άλφα, που είναι μια παλαιότερης γενιάς ανοσοθεραπεία,  είναι μια φυσική ουσία που παράγεται από τα λευκά αιμοσφαίρια και εμπλέκεται στην ανοσολογική απάντηση του οργανισμού μας έναντι των ιών, των βακτηρίων και των καρκινικών κυττάρων.

Η ιντερφερόνη-άλφα που χρησιμοποιείται ως θεραπεία είναι μία συνθετική ιντερφερόνη η οποία παράγεται στο εργαστήριο.

Εγχύεται στον οργανισμό με στόχο να βελτιώσει την ανοσολογική απάντηση, στη περίπτωση αυτή, έναντι των καρκινικών κυττάρων.

Η ιντερφερόνη- άλφα μπορεί να χορηγηθεί σε δύο σχήματα:

--Χαμηλής δόσης ιντερφερόνη: χορηγείται υποδορίως 3MU/m2/ημέρα, 3 ημέρες την εβδομάδα για 12 με 18 μήνες

--Υψηλής δόσης ιντερφερόνη: χορηγείται ενδοφλεβίως 20MU/m2/ημέρα, 5 ημέρες την εβδομάδα για 1 μήνα και στη συνέχεια υποδορίως 10 MU/m2/ημέρα 3 ημέρες την εβδομάδα για 11 μήνες

Σήμερα, σε μεγάλα ερευνητικά κέντρα των Η.Π.Α. και της Ευρώπης πραγματοποιούνται μελέτες με σκοπό να εξακριβωθεί το εάν τα φάρμακα στοχευμένης θεραπείας και ανοσοθεραπείας που χρησιμοποιούνται στο μεταστατικό μελάνωμα μπορούν να χρησιμοποιηθούν και στο μελάνωμα σταδίων IIB, IIC και III με σκοπό να μειωθεί η πιθανότητα επανεμφάνισης της νόσου μετά από μια επιτυχημένη χειρουργική εξαίρεση.

Σύμφωνα με τα τελευταία αποτελέσματα μιας μεγάλης μελέτης τα οποία παρουσιάστηκαν  τον Οκτώβριο του 2016, φαίνεται πως η ανοσοθεραπεία, και πιο συγκεκριμένα η θεραπεία με ιπιλιμουμάμπη (Yervoy) προσφέρει σημαντικά τόσο στη μείωση των ποσοστών επανεμφάνισης της νόσου όσο και στην επιβίωση των ασθενών μετά από χειρουργική αφαίρεση του μελανώματος σε ασθενείς με σταδίου 3 μελάνωμα.

Επιπρόσθετες θεραπείες όταν η χειρουργική αφαίρεση δεν είναι πλήρης

Σε ορισμένες περιπτώσεις, δεν είναι δυνατόν να απομακρυνθεί το σύνολο του όγκου και όλων των τοπικο-περιοχικών μεταστάσεων με τη χειρουργική επέμβαση. Σε αυτή τη περίπτωση, άλλες θεραπείες μπορεί να βοηθήσουν στη καταστροφή των υπόλοιπων καρκινικών κυττάρων που

παραμένουν τοπικά.

Αυτό μπορεί να γίνει με:

•              ακτινοθεραπεία ή με

•             τοπική εφαρμογή υψηλών δόσεων χημειοθεραπείας, εάν το μελάνωμα βρίσκεται στο βραχίονα ή στο κάτω άκρο. Η περιοχική απομόνωση της αιμάτωσης του άκρου είναι μία χειρουργική τεχνική κατά την οποία εγχέονται υψηλές δόσεις χημειοθεραπείας στο άκρο (χέρι ή πόδι ) που βρίσκεται το μελάνωμα. Αυτό απαιτεί προσωρινή διακοπή της αιμάτωσης από και προς το άκρο με χειρουργική επέμβαση. Διάφορα φάρμακα μπορούν να εγχυθούν στο απομονωμένο άκρο και τα πιο κοινά είναι η μελφαλάνη, ο TNF-άλφα ή και τα δύο. Χάρις σε αυτήν την τεχνική, μπορούν να επιτευχθούν υψηλές συγκεντρώσεις των φαρμάκων στα άκρα με πολύ περιορισμένη διάχυσή τους στον υπόλοιπο οργανισμό. Αυτή η θεραπεία είναι περίπλοκη και θα πρέπει να πραγματοποιείται σε εξειδικευμένα κέντρα.

Θεραπευτική προσέγγιση για μελάνωμα σταδίου IV

Το μελάνωμα σταδίου IV έχει εξαπλωθεί πέρα από την αρχική δερματική βλάβη και τους τοπικο-περιοχικούς λεμφαδένες σε απομακρυσμένους λεμφαδένες και άλλα όργανα του σώματος.

Οι θεραπευτικές επιλογές για τους ασθενείς με μελάνωμα σταδίου IV εξαρτώνται από τον αριθμό και τον τύπο των μεταστάσεων, και την παρουσία ή όχι της μετάλλαξης BRAF στα καρκινικά κύτταρα.

Σε περίπτωση ύπαρξης μίας μοναδικής μεταστατικής εστίας

Η μονήρης μετάσταση μπορεί να αφαιρεθεί με χειρουργική επέμβαση, ιδίως όταν εντοπίζεται στον εγκέφαλο, στους πνεύμονες ή στο ήπαρ. Αυτό προϋποθέτει ότι το άτομο βρίσκεται σε καλή φυσική κατάσταση. Μια μονήρης μετάσταση στον εγκέφαλο μπορεί επίσης να αντιμετωπιστεί με έναν ειδικό τύπο ακτινοθεραπείας (Cyberknife - Αναίμακτη Στερεοτακτική Ρομποτική Ακτινοχειρουργική) η οποία στοχεύει με ακρίβεια τη μετάσταση για να αποφευχθεί η ακτινοβολία να προσβάλλει τον φυσιολογικό ιστό του εγκεφάλου γύρω από τον όγκο. Ανάλογα με τη θέση της μετάστασης στον εγκέφαλο, μερικές φορές μπορεί να προτιμηθεί έναντι της νευροχειρουργικής επέμβασης.

Όταν η χειρουργική επέμβαση δεν είναι εφικτή, η άλλη θεραπευτική επιλογή είναι η χρήση ανοσοθεραπείας ή στοχευμένης θεραπείας. Συνήθως μετά την χειρουργική αφαίρεση της μεταστατικής εστίας θα ακολουθήσει θεραπεία με τα ίδια φάρμακα, δηλαδή με ανοσοθεραπεία ή στοχευμένη θεραπεία.

Σε περίπτωση ύπαρξης πολλαπλών μεταστάσεων

Όταν υπάρχουν πολλαπλές μεταστάσεις στο σώμα, η χειρουργική επέμβαση είναι σπάνια εφικτή. Ίσως να είναι κατάλληλη σε άτομα που είναι σε πολύ καλή γενική κατάσταση, και αναλόγως της έκτασης και της εντόπισης των μεταστάσεων, αλλά γενικά αυτή η προσέγγιση είναι πολύ σπάνια εφικτή  και χρήσιμη για τον ασθενή.

Ως εκ τούτου, ο σκοπός της θεραπείας είναι να στοχεύσει τα καρκινικά κύτταρα σε όλο τον οργανισμό. Αυτό επιτυγχάνεται με τη στοχευμένη θεραπεία ή/και την ανοσοθεραπεία (αναφέρθηκαν αναλυτικά προηγουμένως).

 Μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας

Μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας, οι ογκολόγοι θα προτείνουν ένα πρόγραμμα παρακολούθησης που αποτελείται από έλεγχο σε τακτική βάση και έχει στόχο:

• τον εντοπισμό των υποτροπών σε ένα αρχικό στάδιο

• την αναγνώριση νέων δερματικών όγκων, μελανωμάτων ή μη-μελανωματικών όγκων καθώς έχουν τους ίδιους παράγοντες κινδύνου

• την αξιολόγηση και αντιμετώπιση των ανεπιθύμητων συμβάντων από τη θεραπεία

• την παροχή ψυχολογικής υποστήριξης και πληροφοριών για να προαχθεί η επιστροφή στη φυσιολογική ζωή

Οι επισκέψεις παρακολούθησης στον ογκολόγο και τον δερματολόγο θα πρέπει να περιλαμβάνουν την κλινική εξέταση, τον απεικονιστικό έλεγχο και τις εργαστηριακές εξετάσεις. Αυτές μπορούν να οδηγήσουν σε πιο γρήγορη διάγνωση μιας πιθανής επανεμφάνισης του μελανώματος (υποτροπής), ιδιαίτερα σε ασθενείς με υψηλότερο ρίσκο, όπως αυτών με μεγάλου πάχους αρχικό όγκο ή ασθενείς που λαμβάνουν θεραπεία για μεταστάσεις.

Επιστροφή στην κανονική ζωή

Είναι δύσκολο να ζει κάποιος με την ιδέα ότι ο καρκίνος μπορεί να ξαναεμφανιστεί. Σύμφωνα με ότι είναι γνωστό μέχρι σήμερα, μπορούν μα προταθούν κάποιοι απλοί κανόνες:

• Προκειμένου να μειωθεί η πιθανότητα υποτροπής μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας:

-Αποφυγή των ηλιακών εγκαυμάτων

-Αποφυγή της έκθεσης στον ήλιο χωρίς προστασία

-Αποφυγή του τεχνητού μαυρίσματος (solarium)

• Προκειμένου να ανιχνευθούν πρώιμα νέες ύποπτες ελιές ή υποτροπή του μελανώματος

-Συχνή αυτό-εξέταση του δέρματος για την υπόλοιπη διάρκεια της ζωής

-Συχνή αυτό-εξέταση των λεμφαδένων για την υπόλοιπη διάρκεια της ζωής, όπως θα σας υποδείξει ο ογκολόγος σας

Ως συνέπεια της ίδιας της φύσης του καρκίνου και της θεραπείας, η επιστροφή στην κανονική ζωή μπορεί να μην είναι εύκολη για κάποιους ανθρώπους.

Η εικόνα του σώματος, η σεξουαλικότητα, η κόπωση, οι επαγγελματικές υποχρεώσεις, τα συναισθήματα και οι αλλαγές στον τρόπο ζωής μπορεί να σας προβληματίζουν. Η συζήτηση αυτών με συγγενείς, φίλους και τον ογκολόγο σας είναι σίγουρο ότι θα σας ωφελήσει.

Είναι επίσης σημαντικό να ενημερωθούν τα μέλη της οικογένειας (γονείς, αδέρφια, παιδιά) ότι έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης μελανώματος.

Πρέπει να προγραμματιστεί μία τακτική εξέταση του δέρματος από τους ίδιους ή τον δερματολόγο ώστε να ανευρίσκονται και να αφαιρούνται

ύποπτοι σπίλοι όσο το δυνατό πιο πρώιμα.

Συνήθως γενετικός έλεγχος δεν χρειάζεται να γίνει αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να ενδείκνυται. Συζητήστε το με τον ογκολόγο σας.